εἰκαιοβουλία

εἰκαιοβουλία
εἰκαιοβουλίᾱ , εἰκαιοβουλία
rashness
fem nom/voc/acc dual
εἰκαιοβουλίᾱ , εἰκαιοβουλία
rashness
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εικαιοβουλία — εἰκαιοβουλία, η (Α) βιασύνη, επιπολαιότητα …   Dictionary of Greek

  • εἰκαιοβουλίας — εἰκαιοβουλίᾱς , εἰκαιοβουλία rashness fem acc pl εἰκαιοβουλίᾱς , εἰκαιοβουλία rashness fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰκαιοβουλίαν — εἰκαιοβουλίᾱν , εἰκαιοβουλία rashness fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰκαιοβουλίαις — εἰκαιοβουλία rashness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”